Τρίτη 22 Ιανουαρίου 2013

Chuck Jones, ο ...ισαπόστολος.

   Ας θεωρήσουμε το κινούμενο σχέδιο ως θρησκεία, π.χ. σαν την χριστιανική. Κατά την προσωπική μου άποψη, αν ο ιδρυτής της είναι ο Ντίσνεϋ (κατά την άποψή μου, όμως, μόνο αν τον θεωρήσουμε μαζί με τους συνεργάτες του), τότε ο Tex Avery είναι για εμένα ο ...Απόστολος Πέτρος, ο θεμελιωτής της ...εκκλησίας, αυτός που κυρίως προσελκύει τους πιστούς. Όμως, αυτός που κρατά τα κλειδιά του Παραδείσου, είναι ο άγιος Πέτρος ή, στην "θρησκεία" του καρτούν, ο Chuck Jones. Όλα αυτά βέβαια είναι πάντα προσωπική άποψη (και για να σας ...διαολίσω περισσότερο  μιας και η κουβέντα πήγε στα θρησκευτικά, για εμένα ο Ντίσνεϋ είναι κυρίως ...αίρεση :D )
   O Κάρολος Μαρτίνος (ουάου...ε, καλά, ας μην το πάμε σε πλήρη "ελληνοποίηση") Charles Martin (Chuck) Jones γεννήθηκε στα 1912 στο Spokane της πολιτείας της Ουάσινγκτον, αλλά πολύ γρήγορα μετακόμισε με τους γονείς του στην Καλιφόρνια. Ο πατέρας του, Charles, ήταν ένας όχι επιτυχημένος επιχειρηματίας, ο οποίος για κάθε επιχείρηση που "έστηνε", αγόραζε πολλή, πάρα πολλή χαρτική ύλη, με την επωνυμία της εκάστοτε νέας επιχείρησής του τυπωμένη στα χαρτιά. Κάθε φορά που μία δουλειά του πήγαινε ...άκλαφτη, με κρύα καρδιά έδινε τα χαρτιά στα παιδιά του και τους ζητούσε να τα κάνουν ό,τι θέλουν αλλά όσο το δυνατό γρηγορότερα (προφανώς ο άνθρωπος ψυχοπλακωνόταν βλέποντας την επωνυμία μίας ακόμα επιχείρησης που δεν στέριωσε).
   Καθώς μεγάλωσε κοντά στο Χόλυγουντ, σαν πιτσιρικάς πήρε μέρος σαν κομπάρσος σε μερικές ταινίες. Αποφοίτησε από το ινστιτούτο τέχνης Chouinard και ξεκίνησε να βγάζει το ψωμί του κάνοντας πορτραίτα σε δρόμους της πόλης. Στα 1932 μπήκε στην βιομηχανία του κινουμένου σχεδίου, αρχικά καθαρίζοντας διαφάνειες για τον παλιό συνεργάτη του Ντίσνeϋ, τον Ubbe Iwerks. Εκεί γνώρισε και την πρώτη του σύζυγο, την Dorothy Webster. Ταυτόχρονα εργάστηκε και σαν βοηθός animator στον Walter Lantz.  
Κατόπιν, έπιασε δουλειά στο στούντιο του Leon Schlesinger, στα 1933, η οποία λειτουργούσε ουσιαστικά σαν παράρτημα της Warner Bross (από το 1944 και επίσημα πια εντάχθηκε στα στούντιό της) σαν βοηθός animator. Η εταιρεία παρήγαγε τα διάσημα Looney Tunes από το 1930 και τα Merrie Melodies από το 1931. Στα 1935 έγινε animator και δημιουργήθηκε μία ομάδα με τον ίδιο, τον Tex Avery ως σκηνοθέτη, τον Bobo Clampett επίσης ως σκηνοθέτη (με τον οποίο είχε πολλές προστριβές, για τις οποίες δεν είχε πάντα δίκιο) και άλλους, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν σε έναν ιδιαίτερο χώρο (τα στούντιο του Schlesinger δεν φημίζονταν για τις ανέσεις τους και τις παροχές τους), τον οποίον ονόμασαν Termite Terrace ("βεράντα... τερμιτών"). Στα 1938 έγινε και ο ίδιος σκηνοθέτης και το πρώτο του καρτούν ήταν το "The Night Watchman".
   Οι συνάδελφοί του στην εταιρεία αλλά και το κοινό που δεν συμπαθούσε ιδιαίτερα την σχολή του Ντίσνεϋ, "κατηγορούσε" τον Jones ότι είχε πολύ "γλυκάδα" στα έργα του καθώς και αργές κινήσεις, αλλά και έλλειψη πρωτότυπου χιούμορ, στοιχεία που προσιδίαζαν - κατά την άποψή τους (και την δική μου, χωρίς να παραβλέπω τις απίστευτες αρετές τους) - στα έργα του Ντίσνεϋ.



Αυτό, άλλαξε στα 1942, όταν με την ταινία The Dover Boys at Pimento University ξεπέρασε τον ακαδημαϊσμό και μπήκε στο τρελό κόσμο της WB και των συναδέλφων του. ο ίδιος άλλωστε είπε ότι με αυτό το φιλμ έμαθε πώς να είναι αστείος. Είναι επίσης το πρώτο ή από τα πρώτα καρτούν στις  ΗΠΑ με στυλιζαρισμένα στοιχεία, στοιχεία του limited animation.


   Την ίδια περίοδο αρχίζει να δημιουργεί κάποιους από τους λιγότερο γνωστούς ήρωές του.


Γύρω στα μέσα της δεκαετίας ο Avery και αρκετοί από τους συμμετέχοντες στο Termite Terrace έφυγαν από την Warner, όχι όμως και ο Jones. Κατά την διάρκεια του πολέμου, ο Jones δημιούργησε, σε συνεργασία με τον Theodor Geisel, πιό γνωστό ως Dr. Seuss, μία σειρά από εκπαιδευτικές ταινίες για τον στρατό. 



Εκεί κάπου, στα 1944, έρχεται και η πιό σκοτεινή σελίδα για τον Chuck Jones, με την ταινία Angel Puss. Το σκοτεινή το θέτω όχι τόσο για την ταινία καθ' αυτή, αλλά για το ότι και ο ίδιος απέφευγε συστηματικά να μιλά για αυτή και για το γιατί την έφτιαξε. Πρόκειται για μία ταινία που χρησιμοποιεί ρατσιστικά στερεότυπα για τους μαύρους, και σε ό,τι αφορά στον χαρακτήρα τους (εμφανίζεται ένας χαζούλης μαύρος, αλλά ο Jones έδωσε επίσης λευκούς χαζούς: η δεισιδαιμονία, όμως, ήταν ένα στερεότυπο ρατσιστικό για τους μαύρους), αλλά και στα εξωτερικά χαρακτηριστικά, στο όνομα κ.ά. Τέλος πάντων, η ταινία είναι μία από τις 11 απαγορευμένες ταινίες animation, χωρίς να είναι ξεκάθαρο αν ο Jones ήταν ο κύριος εμπνευστής της (πάντως,την ιστορία δεν την έγραψε ο ίδιος και με κάποιους από ους συντελεστές της ταινίας "τα έσπασε" αμέσως μετά, άγνωστο όμως για ποιόν λόγο). Δυστυχώς, δεν έχω στα χέρια μου κάποια συνέντευξη ή κάποιο βιβλίο του που να μας διαφωτίζει πάνω στο θέμα. Ας έχουμε, όμως, υπόψιν ότι κάποιες ταινίες μπήκαν στην "απαγορευμένη λίστα" για λόγους "πολιτικής ορθότητας" της στιγμής. Π.χ. στην λίστα έχουν μπει και ταινίες άλλως δημιουργών που μπορεί να παρουσιάζουν κάποιες καρικατούρες μαύρων ανθρώπων (όπως όμως υπάρχει και πλήθος άλλων με καρικατούρες λευκών) οι οποίες όμως έως και εκθειάζουν τον αφροαμερικάνικο πολιτισμό. 


   Παράλληλα, όμως, με όλα αυτά, ο Jones είτε τελειοποιούσε ήρωες που άλλοι είχαν δημιουργήσει αρχικά (π.χ. Bugs Bunny, τον Duffy Duck, τον Elmer Fudd, και τον Porky Pig, αν και σε όλους αυτούς έχουν δουλέψει και έχουν δώσει στοιχεία αρκετοί  animators). Πριν βγει η δεκαετία του 1940, δημιούργησε τον Wile E. Coyote και τον Road Runner.  Εσκεμμένα, όπως έχει πει ο ίδιος, φέρνει το κογιότ πιό κοντά σε εμάς, το κάνει πιό συμπαθές, να παλεύει με τις εκρηκτικές ύλες και, από ένα σημείο και έπειτα, με την βαρύτητα και άλλες δυνάμεις της φύσης, χωρίς ποτέ να του προξενήσει την παραμικρή ζημιά ο Road Runner. Και, τελικά, αυτό που τον πονά, δεν είναι ο αφόρητος πόνος της σύγκρουσης, της έκρηξης ή του πλακώματος από έναν βράχο, αλλά ο πόνος του εξευτελισμού, τον οποίον τον μοιράζεται με τον θεατή.

Λίγο πριν τον Road Runner και τον Wile E. Coyote, στα 1948 έκανε την εμφάνισή του ο Martin ο Αρειανός.



O πρώτος από τους πιό γνωστούς χαρακτήρες του στην σειρά Looney Tunes ήταν ο Pepe le Pew (1945), το γαλλόφωνο - με γαλλική προφορά καλύτερα - "καρδιοκατακτητή" κουνάβι με την κάποια ψύχωση για τις γάτες...

   Το 1951, με το Rabbit Fire, ο Jones και οι συνεργάτες του αλλάζουν τον χαρακτήρα του Ντάφυ Ντακ από τρελό σε εγωπαθή που θέλει να ξεπεράσει τον Μπαγκς Μπάνυ. Στα 1953 έχουμε ένα από τα αριστουργιματικά καρτούν του, το Duck Amuck (το Amuck αποτέλεσε και ψευδώνυμο του Jones). Εϊναι ένα πανέξυπνο παιχνίδι που σκαρφίστηκε ο JOnes, με τον Ντάφυ να είναι ο πρωταγωνιστής ενός καρτούν, στο οποίο όμως ξαφνικά και στα καλά των καθουμένων ο σκηνοθέτης αλλάζει τα σκηνικά , τους ήχους και την ιστορία όλη. Μέχρι στο τέλος να φανεί ποιός είναι ο σκηνοθέτης-animator.


Στα 1953, την ίδια χρονιά, για ένα μικρό χρονικό διάστημα το στούντιο animation της WB έκλεισε και ο Jones δούλεψε για το διάστημα αυτό στην Ντίσνεϋ. Οι Warners μπορεί να είχαν μία μεγάλη επιείρηση, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ήξεραν ακριβώς τί έκανε. Σε μία συνέντευξή του ο Jοnes αναφερόμενος στον Jack Warner, απαντώντας σε ερώτηση για το πώς τον έβλεπε σαν εργοδότη, μας δίνει στοιχεία για τον αδερφό του, Harry: "Ε, ήταν σα να μην υπήρχε (ο Jack). Δεν είχαμε καμμία σχέση (επαγγελματική) με τον jack Warner. Μετά από 15 χρόνια σκηνοθεσίας (και το άλλο άτομο που ήταν παρών, ο Friz Freleng, σκηνοθετούσε για περισσότερα χρόνια) προσκληθήκαμε επιτέλους για να πάρουμε μαζί του δείπνο στο δωμάτιο δείπνου των ανώτερων υπαλλήλων. Ήταν ένα δωμάτιο για τους υψηλόβαθμους υπαλλήλους και για τους αγαπημένους του σκηνοθέτες. Ο Jack Warner ήταν εκεί. Και ο Harry Warner ήταν εκεί. Ο Jack δεν μας μιλούσε πολύ. Μιλούσε σε άλλους για άλλα πράγματα. Αλλά ο Harry Warner είπε: "Το μόνο που ξέρω για το τμήμα καρτούν που έχουμε είναι ότι φτιάχνουμε Μίκυ Μάους". Ε, αυτό ήταν κάπως εντυπωσιακό. Για τ' όνομα του θεού, ήταν η αρχή της δεκαετίας του '50. Και έτσι, όταν φεύγαμε, είπα: "Μην ανησυχείτε, κύριε Warner. Θα συνεχίσουμε να φτιάχνουμε καλά Μίκυ Μάους". Και με χτύπησε φιλικά στην πλάτη".
Στα 1957 ο Jοnes δίνει στο κοινό το καρτούν που θεωρείται από τους περισσότερους το καλύτερό του. Ουσιαστικά, πρόκειται για μία παρωδία, το "What's opera, doc?".

Στο μικρό διάστημα που εργάστηκε στην Ντίσνεϋ, έκανε δουλειά στην Ωραία Κοιμωμένη, αλλά δεν φαίνεται κάπου στους τίτλους.
Στις αρχές της δεκαετάις του 1960, ο Jones με την σύζυγό του έγραψαν το σενάριο για την ταινία Gay Purree, αλλά μυστικά από την Warner, με την οποία είχε ακόμα συμβόλαιο (η ταινία ήταν παραγωγή της UPA). Η ταινία ολοκληρώθηκε το 1962, η Warner ανακάλυψε ότι ο Jones παραβίασε τους όρους συνεργασίας και διέκοψε το συμβόλαιό του. Έκανε το τελευταίο του καρτούν στην εταιρεία, το The Iceman Ducketh και το στούντιο της Warner έκλεισε στα 1963.
Αμέσως η MGM τον πήρε και εκεί εργάστηκε σε πολλά επεισόδια του Τομ και Τζέρρυ.



Στα 1965, η ταινία του The Dot and the Line: A Romance in Lower Mathematics πήρε το Oscar μικρού μήκους ταινίας animation.

Το ίδιο θα συμβεί με την ταινία The Bear That Wasn't, δύο χρόνια μετά. Στυλιστικά είναι minimal και limited animation, ενώ θεματικά καταπιάνεται με τον παραλογισμό της σύγχρονης κοινωνίας που θέλει να σε πείσει ότι είσαι κάτι που δεν είσαι, ξεφεύγοντας από το σύνηθες πεδίο θεματολογίας του JOnes (όπως άλλωστε και το The dot and the line). Στηλιτεύει την αποξένωση και την αλλοτρίωση, ενώ εντυπωσιακό είναι το στοιχείο πως το πρόσωπο του κεφαλαιοκράτη δεν αποκαλύπτεται, μένει απρόσωπο, ως γενική αναφορά! Στο τέλος, δίνει ένα αισιόδοξο μήνυμα, πάντως.

Το 1970 η MGM έκλεισε το τμήμα animation και ο Jones έφτιαξε πάλι ένα δικό του στούντιο. Στα επόμενα χρόνια έφτιαξε κάποια καρτούν για την τηλεόραση ενώ στα 1976 άρχισε πάλι να δουλεύει για την WB, η οποία έφτιαχνε καρτούν για την τηλεόραση πια. Ασχολήθηκε μα τα comic stips, ζωγράφιζε καρέ και έτσι ενίσχυσε την κόρη του που ασχολείτο με το αντικείμενο αυτό. Ακόμα, σχεδίασε τον Thomas Timberwolf, έναν διαδικτυακό χαρακτήρα.

O Jones είχε εργαστεί και σε σεκάνς με animation σε διάφορες ταινίες (π.χ. στο Mrs Doubtfire), έγραψε βιβλία, πήρε τρία oscar για ταινίες του και ένα ακόμα για την συνολική του προσφορά (το 1996). Πάντως, είχε αρκετές προστριβές με συναδέλφους του, όπως με τον Bob Clampett, τον οποίον κατηγόρησε για κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας, χωρίς όμως να είναι απόλυτα καθαρό αν η κατηγορία αυτή έστεκε ή όχι. Πέθανε από ανακοπή καρδιάς στα 2002, αλλά οι ταινίες τους μάλλον θα βλέπονται ες αεί.